Ksenitemenos Aggelos
Nikos Gregoriadis
Θυμάμαι ακόμα τη στιγμή όταν σε πρωτοείδα
που απομαγνητίστηκα σα ναυτική πυξίδα.
Ο νότος έδειχνε βορράς, ανατολή η δύση
και πριν προλάβω να σκεφτώ τους κάβους είχα λύσει.
Σαν κύμα όλο άλλαζες μορφές στην αγκαλιά μου
και ύφαλους σχημάτιζες επάνω στην καρδιά μου
από κοράλλια κόκκινα, μαργαριτάρια μαύρα
και πότισε το είναι μου η αλμυρή σου αύρα.
Γευόμουνα αχόρταγα το νέκταρ των χειλιών σου
και βούιζα σα μέλισσα στον άνθινο βυθό σου
κι όλο αναρωτιόμουνα πως ήσουνα εκεί
ξενιτεμένος άγγελος που βρέθηκε στη γη.