Oi Efta Nanoi Sto S/S Cyrenia
Εφτά. Σε παίρνει αριστερά, μην το ζορίζεις.
Μάτσο χωράνε σε μιά κούφιαν απαλάμη.
Θυμίζεις κάμαρες κλειστές, στεριά μυρίζεις.
Ο πιο μικρός αχολογάει μ΄ ένα καλάμι
Γυαλίζει ο Σημ της μηχανής τα δυο ποδάρια.
Ο Ρεκ λαδώνει στην ανάγκη το τιμόνι.
Μ΄ ένα φτερό ξορκίζει ο Γκόμπυ τη μαλάρια
κι ο στραβοκάνης ο Χαράμ πίτες ζυμώνει.
Απ΄ το ποδόσταμο πηδάνε ως τη γαλέτα.
-Μπορώ ποτέ να σου χαλάσω το χατήρι
Κόρη ξανθή και γαλανή που όλο εμελέτα
ποιος ρήγα γιος θε να την πιει σ΄ ένα ποτήρι.
Ραμάν αλλήθωρε, τρελέ, που λύνεις μάγια,
κατάφερε το σταυρωτό του Νότου αστέρι
σωρός να πέσει, να σκορπίσει στα σπιράγια
και πες του κάτω από ένα δέντρο να με φέρει.
Ο Τοτ, του λείπει το ένα χέρι μα όλο γνέθει,
τούτο το απίθανο σινάφι να βρακώσει.
Εσθήρ ποιά βιβλική σκορπάς περνώντας μέθη
Ρουθ, δε μιλάς Γιατί τρεκλίζουμε οι διακόσιοι
Κουφός ο Σάλαχ, το κατάστρωμα σαρώνει
- Μ΄ ένα ξυστρί καθάρισέ με απ΄ τη μοράβια.
Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει.
- Γιε μου που πας - Μάνα θα πάω στα καράβια.
Κι έτσι μαζί με τους εφτά κατηφοράμε.
Με τη βροχή, με τον καιρό που μας ορίζει.
Τα μάτια σου ζούνε μια θάλασσα θυμάμαι
Ο πιο στερνός μ΄ έναν αυλό με νανουρίζει