Γεντί Κουλέ
Στη γειτονιά μου πορνευόταν η αλήθεια
Κουβεντιαστά από ταβέρνα σε ταβέρνα
Και μια μικρή καμπαρετζού μ' ωραία στήθια
Γύριζε πάντοτε στο σπίτι τησ παρθένα
Είχε μπεκρήδεσ και με τ' όνομα ξενύχτεσ
Που βρίζαν ψάχνοντασ να βρουν τα βήματά τουσ
Και κάτι μάγκεσ φτωχοδιάβολουσ αλήτεσ
Που μπλέκαν σ' έρωτεσ και βρίσκαν τον μπελά τουσ
Στου γεντί κουλέ το δρόμο
Τοιχοκόλλαγαν τον νόμο
Στου γεντί κουλέ την πύλη
Κλαίγαν συγγενείσ και φίλοι
Στη γειτονιά μου είχαν να λεν πωσ το χασίσι
Το κρύβαν μέσα στο ψωμί οι φυλακισμένοι
Μα τουσ την πέφταν κι αρχινούσε αλισβερίσι
Μήπωσ γλιτώσουν τη ζημιά οι απελπισμένοι
Κι οι κουρασμένοι απ' τη ζωή νοικοκυραίοι
Που αφήσαν τ' όνειρο σ' αντικρινέσ πατρίδεσ
Ξέραν καλά ποιοι γαλονάδεσ και σπουδαίοι
Ήτανε κάλπικοι και ποιοι ήταν μπεσαλήδεσ
Στου γεντί κουλέ το δρόμο
Τοιχοκόλλαγαν τον νόμο
Στου γεντί κουλέ την πύλη
Κλαίγαν συγγενείσ και φίλοι