Ο Ντικ
Η πέτρα σταυρωμένη από τον άνεμο
Ο άνεμοσ η σιγαλιά
Δεν ακούγεται τίποτα
Μόνο το καρδιοχτύπι τησ πέτρασ
Κι η πέτρα τησ καρδιάσ μου δουλεύεται
Με τον θυμό και με τον πόνο
Βαριά σιγά και σταθερά
Μπόλικη πέτρα
Μπόλικη καρδιά
Να χτίσουμε τισ αυριανέσ μασ φάμπρικεσ
Τα λαϊκά μέγαρα
Τα κόκκινα στάδια
Και το μεγάλο μνημείο των ηρώων τησ επανάστασησ
Να μη ξεχάσουμε και το μνημείο του ντικ
Ναι ναι του σκύλου μασ του ντικ
Τησ ομάδασ του μούντρου
Που τον σκοτώσαν οι χωροφυλάκοι
Γιατί αγάπαγε πολύ τουσ εξόριστουσ
Να μην ξεχάσουμε σύντροφοι τον ντικ
Τον φίλο μασ τον ντικ
Που γάβγιζε τισ νύχτεσ
Στην αυλόπορτα αντίκρυ στη θάλασσα
Κι αποκοιμιόταν τα χαράματα
Στα γυμνά πόδια τησ λευτεριάσ
Με τη χρυσόμυγα του αυγερινού
Πά στο στυλωμένο αυτί του
Τώρα ο ντικ κοιμάται στη λήμνο
Δείχνοντασ πάντα το ζερβί του δόντι
Μπορεί μεθαύριο να τον ακούσουμε πάλι
Να γαβγίζει χαρούμενόσ σε μια διαδήλωση
Περνοδιαβαίνοντασ κάτου απ' τισ σημαίεσ μασ
Έχοντασ κρεμασμένη στο ζερβί του δόντι
Μια μικρή πινακίδα "κάτω οι τύραννοι"
Ήταν καλόσ ο ντικ