Του Σωτήρος
Άντρασ δεν είναι ούτε γυναίκα
Ούτε μασ έρχεται απ' τη μέκκα
Είναι παιδί μελαχρινό
Μασ έρχεται απ' τον ουρανό
Κι έχει τα πλούτη του εδω πέρα
Στησ γησ και στον χρυσόν αέρα
Έχει μια θάλασσα με φάρουσ
Που ανάβουν μόνο για τουσ γλάρουσ
Έχει εκκλησιέσ που τισ πηγαίνει
Όπου του λεν οι πικραμένοι
Κι ένα λαγωνικό που πιάνει
Τισ έγνοιεσ πάνω στο ταβάνι
Κανείσ δεν ξέρει πωσ τον λένε
Μια του γελάνε μια του κλαίνε
Και πότε ζει πότε πεθαίνει
Πότε τουσ άλλουσ ανασταίνει
Τισ αλυσίδεσ όλεσ σπάει
Και μ' ανοιχτέσ φτερούγεσ πάει